Η θάλασσα γέρνει ανήσυχη στην ακτή.
Απέραντο μαύρο
αντικατοπτρίζει το πορτραίτο της,
ψιθυρίζει η νύχτα·
και σιγοκλαίει
μη σπάσει τη σιωπή
με την κραυγή της ερημιάς.
Αν τη θυμηθούν, θα
βουλιάξουν την αγκαλιά της
οι μονάχοι…
Και ποιος ξημερώνει τόσα κρίματα...
μαρία