Πετώ..Πετώ αργά.
Πετώ με χάρη ανάμεσα από σκιές.
Με το κεφάλι γεμάτο φτερά που παίρνει ο αέρας
κι ένα χαμόγελο- λύπηση..
"πότε θα φτάσω"
Πετώ..
σ' ένα φωτισμένο σκοτάδι από μια φωτιά στο βάθος
που όλο με καλεί με τις προκλητικές της φλόγες, να μ' έχει.
Μ αφήνει να δω τις κόκκινες γλώσσες της
να κυματίζουν μέσα απ' τον τρελό της βούρκο,
η σιχαμένη σειρήνα...
Μ' ανοίγει το στόμα της και καγχάζει
με τόση γλύκα
ενώ διαγράφω μουσικές τις χάντρες μου
και κροταλίζουν στον αέρα.
Τρέχω...
με τα φτερά ορθάνοιχτα
σαν την ψυχή όταν γελάει
βαμμένα άσπρο μαύρο για την ευτυχία μου
σαν άγγελος μιας ρόδινης καταχνιάς
που ζει σε βάραθρο κι ελπίζει.
Μα που να φτάσω τη φωτιά
που δε με θέλει
Περνούν χειμώνες απ' τα μαλλιά μου
στο ασήκωτο κενό που αφήνει η καύτρα μου
στο πέταγμά μου στον αέρα.
Και ξεμακραίνει η νύχτα μου
και η αναμονή μου σπάει.
Και λογαριάζω το μακριά σαν υπνοβάτης.
Και τη φωτιά, σπαραχτικά τη θέλω..