Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Εκείνη άνοιξε με τα τρυφερά της δάχτυλα
ένα της κουμπί απ' το πουκάμισο
Εκείνος γεύτηκε, σεμνός προσκυνητής,
κόκκινο κρασί,
μεταλαβιά απ' τα στήθια της
τα ξέχειλα ηδονές και ευαγγέλια.
Και με στωικότητα
σαν παλιοί εραστές
διάβηκαν το κατώφλι της οδύνης
με τη γυαλάδα της μέθης στα μάτια
απ' τα αιώνια, των απωθημένων, δάκρυα
γατζωμένοι επαίτες
ο ένας στην οσμή του άλλου,
μαθαίνοντας σιωπηλά να διαβάζουν
στ' άγιο προσευχητάρι της σάρκας,
συλλαβή τη συλλαβή,
τη Θεία ένωση των λέξεων...
την άμετρη ευτυχία των αμνών.
Κι ο κόσμος μακρινός ακούστηκε
Ασαφής
Κι οι φωνές του, άγνωρες.
Κι η κόλαση, μια ανάσα απ' την ανάσα

Τζιάτζιου Μαρία